Άλλο ένα σαπιοκάραβο στο Ιόνιο μπατάρισε, τραβώντας στο βυθό αμέτρητες ζωές. Μεγάλους και παιδιά. Τόσα πολλά άψυχα παιδικά κορμιά στη θάλασσα της αποστροφής μας. Γιατί όχι, δε θέλεις να το σκέφτεσαι, δε θέλει το μυαλό κι η ψυχή σου να μοιραστούν το αδιανόητο πένθος. Έτσι όμως στοιβάζονται τα λιθάρια στο τείχος της αδιαφορίας και της απάθειας, που χτίζει η ανθρωπότητα με τις επιλεκτικές της ευαισθησίες.
Θα μου πεις, «τι μπορώ να κάνω εγώ, ένας απλός άνθρωπος;». Ας ξεκινήσουμε από το απλό. Να νοιαστείς για τον άλλον άνθρωπο, τον όποιον άνθρωπο κουβαλούσε το καταραμένο σαπιοκάραβο. Αυτό που βούλιαξε χτες στο Ιόνιο, το άλλο που βούλιαξε τις προάλλες στην Αδριατική, το παράλλο που βουλιάζει κάθε τρεις και λίγο στην απραξία των κρατούντων, στην αναλγησία της συλλογικής μας συνείδησης.
Μην γυρεύεις να δεις στον άλλον πρώτα το χρώμα του δέρματος. Της ψυχής του καθενός το χρώμα είναι που μετρά στην αξία του κι αν εσύ κοιτάς πρώτα το χρώμα της πέτσας του, επειδή σε απωθεί το μαύρο, να ξέρεις πως η δική σου η ψυχή είναι μαύρη, κατάμαυρη.
Μη γυρεύεις τους λόγους και τα κίνητρα, γιατί τόσοι άνθρωποι να αποτόλμησαν ένα τέτοιο ταξίδι θανάτου. Δεν τα ξέρεις αυτά. Δεν μπορείς να καταλάβεις. Δεν έχεις την παραμικρή ιδέα. Κοντά τους, εσύ είσαι βολεμένος, φίλε. Όσα βάσανα και να τραβάς στη δική σου ζωή, μια χαρά την έχεις εσύ, μη συγκρίνεις. Δεν είσαι σε θέση να συγκρίνεις, το μυαλό σου δεν τολμά να περπατήσει στα λασπόνερα της ζωής αυτών των ανθρώπων, δεν μπορεί να καταλάβει τι περνάνε. Μην παριστάνεις τον ξερόλα με τα βάσανα και το θάνατο των άλλων.
Οι άνθρωποι, που ήταν στοιβαγμένοι σαν σαρδέλες στο σαπιοκάραβο, είχαν δικαίωμα να ζούνε. Είχαν τόσο δικαίωμα όσο έχεις κι εσύ να ζεις και με την ποιότητα ζωής που κι εσύ διεκδικείς για τον εαυτό σου. Το γιατί δεν μπορούν να ζήσουν στον τόπο τους, δεν είναι δικό τους λάθος. Ούτε δικό σου φυσικά, αλλά μην το ρίχνεις επάνω τους το φταίξιμο.
Όταν πολιτικάντηδες, που δεν το ‘χουν να ‘ναι ηγέτες, βρεθούν ή τους βάλουν άλλοι, ξένοι και με αλλότρια κίνητρα, στην εξουσία, η ανεπάρκειά τους γίνεται κακία κι η κακία τέρας που ξερνά ματαιοδοξία, μεγαλομανία, απληστία, διαφθορά. Έτσι ξοδεύονται οι άνθρωποι στις «τρίτες» χώρες, μέρες και μήνες και χρόνια, χωρίς να τελειώνει ποτέ ο πόνος και με τη χαρά να σπανίζει. Γυρνάνε μπροστά το βλέμμα και δεν βλέπουνε τίποτα. Σπάει η καρδιά τους να βάζουν τις νύχτες τα παιδιά τους να κοιμηθούν σε τάβλες παγωμένες, τον ύπνο τον κατασκότεινο, που δε βγάζει όνειρα.
Όσο και να το θέλουμε, οι άνθρωποι δε θα γίνουμε ποτέ ίσοι. Οι χιλιετίες εξελίσσουν την τεχνολογία και τις ανέσεις, μα η κοινωνική ανισότητα παραμένει πραγματικότητα πίσω από τους συμβατικούς κανόνες της συλλογικής μας υποκρισίας. Για τους κρατούντες, ο άνθρωπος δεν έχει αξία. Το μόνο που τους νοιάζει είναι η εξουσία, με ό,τι αυτή συνεπάγεται. Ναι ήταν πάντα στην ιστορία τόσο ισχυρή αυτή η ματαιόδοξη πλάνη. Εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι δυστύχησαν και χάθηκαν γιατί μας παίζουν ασταμάτητα στα ζάρια οι ισχυροί.
Ο Θεός να λυπηθεί τον κόσμο που δυστυχεί. Τη μοίρα του θα τη κουβαλάνε πάντα τα σαπιοκάραβα.