Έχει αποδειχθεί πέραν πάσης αμφιβολίας ότι το σύστημα της απλής αναλογικής δεν είναι ούτε το πιο δίκαιο ούτε το πιο δημοκρατικό. Εκλέγει βουλευτές με πολύ λιγότερους σταυρούς προτίμησης από άλλους που μένουν εκτός, στην ίδια εκλογική περιφέρεια κι ως εκ των πραγμάτων αποκλείει την εκλογή ανεξάρτητων προσωπικοτήτων.
Δικάζοντας την προσφυγή του Ανδρέα Μιχαηλίδη κατά της απόφασης της βουλής να επικυρώσει την εκλογή του βουλευτή της Αλληλεγγύης Γιώργου Παπαδόπουλου, το Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε την απόφαση της βουλής, κρίνοντας ότι η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας είναι διάχυτη στο μέρος IV του Συντάγματος και αυτή επιτάσσει την εκλογή των βουλευτών από το λαό, και ότι ο νόμος, δυνάμει του οποίου έγινε βουλευτής ο κ. Παπαδόπουλος, αντιβαίνει τις πρόνοιες των σχετικών με την εκλογή βουλευτών άρθρων του Συντάγματος.
Στην πραγματικότητα ο υφιστάμενος εκλογικός νόμος δε δίνει στο λαό την ευχέρεια να εκλέγει τα πρόσωπα που θέλει να είναι βουλευτές του, αλλά να ψηφίζει το κόμμα της προτίμησής του και με βάση τη δύναμη του κάθε κόμματος να γίνεται η όλη διαδικασία κατανομής των βουλευτικών εδρών. Οι σταυροί προτίμησης των υποψηφίων δεν θεωρούνται ψήφοι, εξού και συμβαίνει το προφανέστατα άδικο να εκλέγονται βουλευτές με λιγότερους σταυρούς προτίμησης από άλλους στην ίδια περιφέρεια, ακριβώς επειδή η λαϊκή κυριαρχία καθορίζει το σύνολο των εδρών του κάθε κόμματος, ανεξαρτήτως προσώπων.
Η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου έχει προκαλέσει νομικό και πολιτικό μπάχαλο, καθώς κάποια κόμματα θέτουν ζήτημα αλλαγής του Συντάγματος ενώ άλλα κόμματα θέτουν ευλόγως το ερώτημα γιατί θα πρέπει να αλλάξει το Σύνταγμα, ώστε να πληρώνεται οπωσδήποτε μια κενωθείσα έδρα από τον επόμενο επιλαχόντα του ιδίου κόμματος (χωρίς αναπληρωματική εκλογή) όταν οποιοσδήποτε βουλευτής μπορεί ανά πάσα στιγμή να εγκαταλείψει το κόμμα του, παίρνοντας μαζί του την έδρα του σε άλλο κόμμα.
Είναι προφανές ότι κυοφορείται άλλη μια εμβαλωματική λύση σε μια χώρα στην οποία οι νόμοι έγιναν λάστιχο για να εξυπηρετούν κάθε φορά πολιτικές, οικονομικές και άλλες σκοπιμότητες. Το Σύνταγμα μια χαρά ορίζει την έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας ως προς την εκλογή βουλευτών. Ο αντισυνταγματικός νόμος πρέπει να αλλάξει για να συμμορφωθεί με το σύνταγμα κι όχι το Σύνταγμα να συμμορφωθεί με τον αντισυνταγματικό νόμο.
Θα πρέπει να εξεταστεί πολύ σοβαρά η υιοθέτηση ενός πλειοψηφικού συστήματος παρόμοιου με εκείνου που ισχύει στο Ηνωμένο Βασίλειο, με 56 μονοεδρικές περιφέρειες και με τον ίδιο αριθμό εδρών ανά επαρχία, όπως ισχύει σήμερα, ή με λιγότερες έδρες ανά επαρχία και αριθμό εδρών επικρατείας.
Οι έδρες κάθε επαρχίας, π.χ. οι 20 της Λευκωσίας, θα κατανεμηθούν ανά περιοχή, αναλόγως της κατανομής του πληθυσμού, με περίπου ίσο αριθμό ψηφορόρων ανά περιφέρεια. Με το σύστημα αυτό, κάθε περιοχή θα έχει πλέον τον βουλευτή της. π.χ. η Πιτσιλιά, τα Κοκκινοχώρια, συμπλέγματα αγροτικών δήμων και κοινοτήτων, προάστεια των πόλεων και αστικές περιφέρειες ανά πόλη.
Έτσι διασφαλίζεται απόλυτα η δημοκρατικότητα του συστήματος, καθώς σε κάθε περιφέρεια θα εκλέγεται εκείνος που έλαβε τις περισσότερες ψήφους. Πέρα από το ότι δεν υπάρχει περίπτωση να εκλεγεί στην ίδια περιφέρεια βουλευτής με λιγότερους σταυρούς προτίμησης από άλλον, δεν θα παρατηρείται ούτε κι αυτή η μεγάλη ανομοιομορφία σε αριθμό σταυρών προτίμησης μεταξύ των εκλεγέντων βουλευτών που παρατηρείται σήμερα και δεν θα πρόκειται για σταυρούς αλλά για ψήφους. Δεν θα δούμε δηλαδή το φαινόμενο να έχουμε βουλευτές που έλαβαν 5 χιλιάδες ψήφους και βουλευτές που έλαβαν 900.
Με την υιοθέτηση αυτής της μορφής πλειοψηφικού συστήματος, αποφεύγεται ο κίνδυνος να γίνει ξανά αυτό που έγινε το 1976, με το διαφορετικό τότε πλειοψηφικό, όταν ο ΔΗΣΥ με ποσοστό 27% παγκυπρίως δεν κατάφερε να εκλέξει ούτε ένα βουλευτή. Διότι τότε εκλογικές περιφέρειες ήταν οι 6 επαρχίες κι όποιο κόμμα ή συνδυασμός πλειοψηφούσε σε κάθε επαρχία έπαιρνε όλες τις έδρες της. Τότε λοιπόν συνασπίστηκαν όλοι οι άλλοι εναντίον του ΔΗΣΥ και δεν τον άφησαν να πλειοψηφίσει σε καμία επαρχία. Αλλά με 56 περιφέρειες τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά.
Οι ψηφοφόροι θα μπορούν να επιλέξουν τον καλύτερο για την περιοχή τους ίσως και πέραν της κομματικής τους προτίμησης, ενώ θα δοθεί και σε ανεξάρτητες προσωπικότητες η ευκαιρία να διεκδικήσουν εκλογή στη βουλή, κάτι που με το σημερινό σύστημα αποκλείεται. Έτσι αίρονται και οι λόγοι για τους οποίους συζητείται σήμερα η οριζόντια ψηφοφορία. Το πλειοψηφικό με μονοεδρικές περιφέρειες είναι σαφώς πιο δημοκρατικό ακόμη κι από το σύστημα της απλής αναλογικής.