Μου λένε «κράτα τις καλύτερες στιγμές». Μα τις κρατάω! Ποιος είπε ότι δεν πονάν κι αυτές; Φεύγοντας πλάσματα που τ’ αγαπάς, φεύγει κι ολόκληρος ο κόσμος τους μαζί τους. Γίνονται εικόνα, βίντεο, δεν τα κρατάς ξανά στην αγκαλιά σου, δεν αναπνέεις απ’ το σώμα τους τη μυρωδιά.
Συχνά που σ’ έβλεπα στον ύπνο μου να τρέχεις μακριά και με πνιγμένη τη φωνή μου σου ζητούσα να γυρίσεις, γιατί φοβόμουνα μην πάθεις μες στην τρέλα σου κάποιο κακό, ξυπνούσα κι ήσουν δίπλα μου, ήσουν εκεί, πάντοτε εκεί, όλα τα χρόνια. Σ’ άγγιζα και κοιμόμουνα ξανά. Τώρα; Πού πήγες;
Μου λένε «κράτα τις καλύτερες στιγμές». Μα πώς μπορώ τα μάτια σου να τα ξεχάσω; Αυτά τα μάτια που πλημμύριζαν χαρά καθώς κοιτούσανε τη θάλασσα, όλα τα χρώματα της γης, τον ουρανό, τ’ αστέρια. Με πόση λύπη μέσα τους μ’ αποχαιρέτησες. Με πόση λύπη! Έγινε λίμνη απέραντη και θέλει δύναμη πολλή να την περάσω.