Σαν σήμερα, το Σάββατο 20 Ιουλίου του 1974, τα ξημερώματα, η Τουρκία διενήργησε εισβολή στην Κύπρο, πέντε μέρες μετά το πραξικόπημα της ελληνικής χούντας, του ταξίαρχου Ιωαννίδη, εναντίον του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας, αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’.
Όλοι γνώριζαν πως η Τουρκία θα έκανε εισβολή, σε περίπτωση που γινόταν πραξικόπημα. Μάλιστα ο Μακάριος προειδοποιούσε πολύ πριν το πραξικόπημα ότι τυχόν ελληνική επέμβαση στα εσωτερικά της Κύπρου θα ενταφίαζε οριστικά το όνειρο της “Ένωσης”, ενώ και στο θρυλικό του διάγγελμα από την Πάφο, ανήμερα του πραξικοπήματος, είπε ότι ότι “κάποιοι αποφάσισαν να διχοτομήσουν την Κύπρο”, υπονοώντας εμμέσως πλην σαφώς ότι θα ακολουθούσε τουρκική επέμβαση.
Το παράξενο με τον Μακάριο είναι πως, ενώ γνώριζε ότι η Τουρκία επρόκειτο να εισβάλει κι ενώ έβλεπε στα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία τα τουρκικά πολεμικά να προσεγγίζουν τις ακτές της Κερύνειας, εκείνο το ξημέρωμα της 20ής Ιουλίου 1974 και λίγη ώρα πριν ξεκινήσει η εισβολή, ανέβηκε στο βήμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, στη Νέα Υόρκη και ως πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας ουσιαστικά παρέσχε στην Τουρκία το πρόσχημα που αναζητούσε. Διότι δεν περιορίστηκε μόνο στο να καταγγείλει το πραξικόπημα. Υπογράμμισε ότι το πραξικόπημα ήταν στην ουσία εισβολή της Ελλάδος στην Κύπρο και ότι από αυτή την εισβολή κινδύνευαν και οι Τουρκοκύπριοι.
Τα ερωτηματικά σε σχέση με τον ρόλο του Μακαρίου και πολλών άλλων παραμένουν αναπάντητα, καθώς τα πιο σημαντικά έγγραφα του φακέλου της Κύπρου παραμένουν απροσπέλαστα στα υπουργεία Εξωτερικών και Εθνικής Άμυνας της Ελλάδας. Εικασίες σχετικά με το ρόλο του Μακαρίου έχω γράψει στο άρθρο μου με τίτλο “Ένα αιρετικό αφήγημα για το πραξικόπημα”.
Σαφώς όμως την τεράστια ευθύνη για την τουρκική εισβολή και την ανείπωτη καταστροφή που σκόρπισε, τη φέρει η ελληνική Χούντα και οι συνεργάτες της στην Κύπρο. Δεν χωράει καμία αμφιβολία ότι αυτοί ήξεραν πολύ καλά πως, μετά το πραξικόπημα, θα ακολουθούσε τουρκική εισβολή. Ήταν στο σχέδιο. Οι πολεμικές προετοιμασίες της Τουρκίας είχαν ξεκινήσει αρκετούς μήνες πριν: Επανδρώθηκε το αεροδρόμιο της Αττάλειας, στρατιωτικές μονάδες μετακινούνταν στις νοτιοανατολικές ακτές της Τουρκίας και σύμφωνα με αξιόπιστες μαρτυρίες οι ελληνικές μυστικές υπηρεσίες γνώριζαν τα πάντα…
Όταν έγινε το πραξικόπημα, οι τουρκικές στρατιωτικές μονάδες τέθηκαν σε διαδικασία κίνησης προς την Κύπρο. Ο τουρκοκυπριακός ραδιοσταθμός “Bayrak” μετέδιδε ότι έρχεται ο τουρκικός στρατός να σώσει τα αδέλφια του, τους Τουρκοκύπριους. Λίγες ώρες πριν την εισβολή, τα τουρκικά πολεμικά πλοία είχαν ήδη πλησιάσει τη βόρεια ακτή της Κύπρου. Από τη δική μας πλευρά τι γινόταν όλες εκείνες τις ημέρες για να αντιμετωπιστεί ο τουρκικός κίνδυνος; Απολύτως ΤΙΠΟΤΑ! Το 281 Τάγμα Πεζικού της Εθνικής Φρουράς, που επάνδρωνε τα πολυβολεία του Πενταδάκτυλου και θα μπορούσε να είχε βυθίσει τα τουρκικά πολεμικά, στάλθηκε, στις 15 Ιουλίου, από τους πραξικοπηματίες αξιωματικούς στο ΚΕΝ Πάφου, με τη διαταγή να καταπνίξει την εκεί αντίσταση.
Στις 19 Ιουλίου κι ενώ τα τουρκικά πολεμικά ήταν έξω από την Κερύνεια, το 281 διατάχθηκε να στρατοπεδεύσει στην Αθαλάσσα, αντί να τρέξει να επανδρώσει τα πολυβολεία. Στις 5:30 το πρωί ξεκίνησαν τις πρώτες τους επιδρομές τα τουρκικά πολεμικά αεροσκάφη, καθώς από τα πλοία αποβιβάζονταν ήδη στρατιώτες και άρματα μάχης. Στον τουρκοκυπριακό θύλακα της Λευκωσίας άρχισαν να πέφτουν 2 χιλιάδες αλεξιπτωτιστές. Καμία απάντηση δεν δόθηκε από πλευράς της Εθνικής Φουράς, ενώ το ΡΙΚ ξεκίνησε κανονικά την εκπομπή του στις 6:00 με πρωϊνή γυμναστική, σαν να μην συνέβαινε τίποτα. Οι πραξικοπηματίες μιλούσαν για τουρκική άσκηση και δεν έδιναν διαταγές στην Εθνική Φρουρά για δράση. Πέρασαν σχεδόν 3 ώρες μέχρι να δεήσει η χούντα να δόσει πράσινο φως στο ΓΕΕΦ για να ξεκινήσει η επιστράτευση. Ήταν τότε, γύρω στις 9:30 το πρωί που διατάχθηκε από τους εγκληματίες πραξικοπηματίες το 286 μηχανοκίνητο τάγμα πεζικού να κατευθυνθεί προς την Κερύνεια, σε φάλαγγα μέσα στον δημόσιο δρόμο, με αποτέλεσμα να δεχτεί επίθεση από τα τουρκικά αεροσκάφη και να κομματιαστούν οι φαντάροι.
Όλες οι μαρτυρίες μιλούν για μια ακατανόητη και εγκληματική ολιγωρία, που οδήγησε στο θάνατο χιλιάδες νέα παιδιά, που έτρεξαν να υπερασπίσουν την πατρίδα. Τα βασανιστικά ερωτήματα δεν έχουν άλλη απάντηση παρά αυτή: Επρόκειτο για προμελετημένο έγκλημα, για εσχάτη προδοσία. Η χούντα είχε αποφασίσει να χτυπήσει μ’ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια. Από τη μια να απομακρύνει τον Μακάριο από την εξουσία κι από την άλλη να λύσει το Κυπριακό με την “καθαρή” λύση της διχοτόμησης, χωρίς ελληνική υπογραφή αλλά διά της βίας των τουρκικών όπλων.
Για το τεράστιο εκείνο έγκλημα δεν λογοδότησε κανείς από τους πραγματικά υπαίτιους. Καμία δίκη δεν έγινε, κανένας δεν πλήρωσε ούτε το ελάχιστο τίμημα για την εθνική προδοσία. Πολλοί κατηγορούν τον Καραμανλή γι’ αυτό αλλά την ίδια στιγμή ξεχνούν ότι κι ο Μακάριος, επιστρέφοντας στην Κύπρο, πρόσφερε από την πρώτη στιγμή “κλάδον ελαίας” σε εκείνους που προετοίμασαν και διέπραξαν το πραξικόπημα κι ολιγώρησαν στην αντιμετώπιση της τουρκικής εισβολής, στέλνοντας στον θάνατο χιλιάδες ανθρώπους και στην προσφυγιά δεκάδες χιλιάδες άλλους.
Το γιατί όμως οι νόμιμες κυβερνήσεις Καραμανλή στην Ελλάδα και Μακαρίου στην Κύπρο, αποφάσισαν να κουκουλώσουν το μεγαλύτερο ιστορικά έγκλημα εις βάρος του κυπριακού Ελληνισμού, παραμένει ένα ερώτημα εξίσου βασανιστικό και αναπάντητο. Όπως και το γιατί σχεδιάστηκε το έγκλημα, ποιοι ήταν οι πραγματικοί συνεργοί της χούντας και ποιες οι πραγματικές τους προθέσεις. Σοβαρές απαντήσεις δεν έχουν δοθεί ακόμη, ούτε από το πόρισμα της Βουλής των Ελλήνων, ούτε από το πόρισμα παρωδία της κυπριακής Βουλής των Αντιπροσώπων. Η ιστορική ετυμηγορία στο τεράστιο αυτό ζήτημα εξακολουθεί να εκκρεμεί.