Στο κλεφτοκράτος που ζούμε, η εκάστοτε κυβέρνηση ξέρει πως, όποτε χρειαστεί ριάλια, θα πρέπει να χώσει το χέρι της στην τσέπη του φορολογούμενου να του τα πάρει. Στις πλείστες περιπτώσεις τα παίρνει από το υστέρημά του, διότι αυτούς που έχουν παραπανίσια λεφτά δεν τους ενοχλεί, μην τυχόν “κακοφανιστούν” και τα βγάλουν έξω. Τους φωνάζει κάθε κάμποσα χρόνια και κάνουν …διακανονισμό.
Μια από τις πιο ξεδιάντροπες έμμεσες φορολογίες είναι αυτή που επιβάλλει η εκάστοτε κυβέρνηση στα καύσιμα, που αποτελούν στην Κύπρο είδος πρώτης ανάγκης, αφού εδώ και σχεδόν 60 χρόνια Κυπριακής Δημοκρατίας, το κλεφτοκράτος δεν κατάφερε ακόμη να διασφαλίσει στον πολίτη του αξιόπιστο σύστημα δημοσίων συγκοινωνιών. Διότι πολύ απλά δεν περισσεύουν λεφτά για όραμα όταν προτεραιότητα είναι μόνίμως το πάρτι και η μάσα.
Επειδή λοιπόν ο κόσμος χρειάζεται το αυτοκίνητό του για να πάει δουλειά να βγάλει το ψωμί του κι επειδή από το λιγοστό ψωμί που βγάζει θέλει να τρώει και το κλεφτοκράτος, κάποιοι συμπολίτες μας αποφάσισαν να βάζουν καύσιμα στα αυτοκίνητά τους όχι εδώ στο κλεφτοκράτος αλλά δίπλα στο ψευδοκράτος. Κι επειδή για κάποιο μυστήριο λόγο τα καύσιμα στο ψευδοκράτος δεν είναι ψευδοκαύσιμα αλλά κινούν τα αυτοκίνητα κανονικά, το φαινόμενο άρχισε να διογκώνεται.
Συμπτωματικά έφτασε ο καιρός να ανοίξει το οδόφραγμα της Δερύνειας. Φοβούμενη όμως η κυβέρνηση του κλεφτοκράτους ότι μες στο κατακαλόκαιρο θα μπορεί ευκολότερα να διαρρέει, μέσω Δερύνειας, τουρισμός προς τα κατεχόμενα και επιπλέον ευκολότερα επίσης θα πηγαίνουν μαζικά οι πολίτες του κλεφτοκράτους να γεμίζουν από το ψευδοκράτος, αποφάσισε να μην ανοίξει προς το παρόν το οδόφραγμα. Μάλιστα, λειτουργώντας με τη γνωστή κουτοπόνηρη πολιτική κουλτούρα αυτού του κλεφτοκράτους, παρακάλεσε τον δήμαρχο της κατεχόμενης Αμμοχώστου να μας δηλώσει ότι δεν βιάζεται να δει το οδόφραγμα να ανοίγει.
Προσωπικά εμένα ολίγον με ενδιαφέρει αν θα ανοίξει το οδόφραγμα. Ενόσω δεν λύνεται το Κυπριακό και η μισή μου πατρίδα παραμένει κατεχόμενη από την Τουρκία, με τους κατοίκους της ξεριζωμένους στην άλλη μισή, δεν με ενδιαφέρει πόσα και ποια οδοφράγματα είναι ανοιχτά. Με ενδιαφέρει να ελευθερωθεί και να επανενωθεί η πατρίδα μου, με μια λύση που και οι δύο πλευρές να θεωρούν ισοζυγισμένη, ώστε να μπορεί να λειτουργήσει και να διασφαλίσει ειρήνη και ασφάλεια στα παιδιά μου και σ’ όλες τις επόμενες γενιές.
Σ’ αυτούς όμως που πολεμούν με λύσσα τη λύση, διότι φοβούνται τον ανταγωνισμό μιας νομιμοποιημένης πλέον οικονομικής δραστηριότητας στα κατεχόμενα, θα πω ένα πράγμα και θέλουν ας το ακούσουν, θέλουν ας το βάλουν από το ένα αυτί κι ας το βγάλουν από το άλλο:
Αυτό που φοβάστε ότι θα πάθετε με τη λύση, θα το πάθετε 10 φορές χειρότερα χωρίς τη λύση. Διότι αν νομιμοποιηθεί με οποιοδήποτε τρόπο το ψευδοκράτος ως ανεξάρτητη από εμάς κρατική ή οικονομική οντότητα και πια δεν θα έχουμε κανένα λόγο και κανένα έλεγχο εμείς στην οικονομική ανάπτυξη αυτής της άλλης χώρας, ό,τι συμβαίνει σήμερα με τα καύσιμα ή με τα τσιγάρα, θα αρχίσει να γίνεται και στον τουρισμό και στη Γεωργία (γι’ αυτό έφεραν νερό από την Τουρκία με αγωγό) και στο εμπόριο και στις υπηρεσίες και σε όλους τους τομείς της οικονομίας.
Όταν θα μπορεί ο Τούρκος και ο οποιοσδήποτε άλλος επιχειρηματίας να επενδύσει ελεύθερα και νόμιμα στην τουρκική πλέον βόρεια Κύπρο, θα κάνει τις τιμές του χώμα για να μας κλείσει. Και θα μπορεί να τις κάνει χώμα διότι η οικονομική ευχέρεια ενός Τούρκου ή άλλου διεθνούς εμβέλειας επιχειρηματία είναι πολύ μεγαλύτερη από του αντίστοιχου Κύπριου και δεν θα μπορέσει ο Κύπριος να ανταγωνιστεί, εκτός κι αν πουληθει το κλεφτοκράτος μας απ’ εδώ αύτανδρο σε ξένους μεγαλοκαρχαρίες.
Όπως τώρα πάνε συμπολίτες μας και γεμίζουν εκεί τα αυτοκίνητά τους, αύριο θα κάνουν πολύ περισσότερες αγορές και, καθώς παράλληλα θα αυξάνεται ο τουρκικός πληθυσμός, εμείς θα καταντήσουμε κάποια στιγμή μειοψηφία σ’ αυτό το νησί και τσιράκι των Τούρκων. Διότι η ζωή δεν ρυθμίζεται με περιοριστικούς ή εκδικητικούς νόμους, πολιτικής σκοπιμότητας. Η ζωή ρυθμίζεται από τις ανάγκες των ανθρώπων. Κι όταν χάσουμε την Κύπρο, τότε θα καταλάβουμε πόσο ηλίθιοι ήμασταν. Αν το καταλάβουμε φυσικά, διότι οι ηλίθιοι σπάνια αντιλαμβάνονται την ηλιθιότητά τους.