Αφού λοιπόν όλοι οι ανθυποψήφιοι του κ. Λιλλήκα “τον έβγαλαν τρελό”, ότι δηλαδή δεν προσπάθησε κανένας να τον εξαγοράσει για να αποσυρθεί από την προεκλογική κούρσα, μπορώ κι εγώ ως πολίτης να γράψω τις σκέψεις μου, χωρίς να φωτογραφίζω οποιονδήποτε από αυτούς, αφού είναι όλοι αθώοι.
Εδώ και χρόνια σε τούτη την “Μπανανία”, κάθε φορά που νομίζουμε ότι πιάσαμε πάτο, ανακαλύπτουμε πως όχι, ο πάτος είναι ακόμη πιο κάτω. Και συνεχίζουμε να βυθιζόμαστε όλο και πιο βαθιά στο βόθρο με τα λύματα ενός διεφαρμένου κατεστημένου, που μας έχει ρημάξει κυριολεκτικά τις ζωές. Άλλοτε με εθνικές συμφορές, που τις πληρώσαμε με αίμα και δάκρυ κι άφησαν ανοιχτές πληγές στο σώμα αυτής της χώρας (βλέπε πραξικόπημα και εισβολή), άλλοτε με τα αμέτρητα οικονομικά σκάνδαλα που υφάρπαξαν από τα δημόσια ταμεία δισεκατομμύρια ευρώ μέχρι σήμερα και πληρώσαμε εμείς στο τέλος το λογαριασμό για να κάνουν πάρτι άλλοι, άλλοτε με απάτες που σάρωσαν τις οικονομίες δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων (βλέπε χρηματιστήριο) κι άλλοτε με οικονομικές καταστροφές που στέρησαν τα όνειρα δεκάδων χιλιάδων νέων ανθρώπων κι οδήγησαν σε συνθήκες ανέχειας δεκάδες χιλιάδες οικογένειες.
Αλλά να ξέρετε πως όλα όσα πάθαμε μέχρι σήμερα δεν οφείλονται κατά κύριο λόγο σε αστοχία ή ατυχία, ή άλλους μετρήσιμους παράγοντες. Αυτή είναι η λάθος διάγνωση. Το μεγαλύτερο πρόβλημα που παράγει την κακοδαιμονία μας σε τούτο τον τόπο είναι το ηθικό μας έλλειμα. Είμαστε επισήμως μια βαθύτατα διεφθαρμένη χώρα, με μια διεφθαρμένη ηγεσία, που συντηρεί την προσοδοφόρα για τους προνομιούχους του συστήματος διαφθορά και ένα διεφθαρμένο λαό που, αντί να τιμωρήσει τους διεφθαρμένους, κοιτά πώς θα χωσει κι αυτός λίγο το δάχτυλό του στο μέλι και, αν δεν τα καταφέρει, πληρώνει στο τέλος αδιαμαρτύρητα το μάρμαρο. Η αναγλησία, η ιδιοτέλεια και η απληστία, έχουν υποκαταστήσει την κοινωνική ευαισθησία, τη συλλογική ευθύνη, την αλληλεγγύη. Στιγμές μόνο ανασύρουμε τη συνείδησή μας από το βόθρο, όταν ένα κοινωνικό ή πολιτικό σοκ μας τραντάξει συθέμελα, αλλά και πάλι την επόμενη στιγμή βυθιζόμαστε.
Έπειτα από κάθε συμφορά κοιτάμε πώς με τα γιατροσόφια της αυταπάτης μας θα κλείσουμε άρον άρον τις πληγές, αφήνοντας ωστόσο από μέσα το πύον να τις σαπίζει. Δεν κοιτάμε να θεραπεύσουμε την κύριά μας αρρώστεια, εκείνη που έσπειρε όλες τις πληγές πάνω στο σώμα μας και δεν είναι άλλη από την καλπάζουσαι πλέον γάγγραινα της διαφθοράς.
Όταν φτάσαμε στο σημείο να πρέπει να διαλέξουμε τον επόμενο πρόεδρό μας στη λογική “το μη χείρον βέλτιστον”, φανταστείτε που καταντήσαμε. Να μας υπόσχονται ότι θα αποκαταστήσουν την αξιοπιστία οι πιο αναξιόπιστοι. Ότι θα τερματίσουν το ψέμα εκείνοι που δεν λένε σχεδόν ποτέ την αλήθεια. Ότι θα πατάξουν τη διαπλοκή οι πιο διαπλεκόμενοι. Ότι θα πολεμήσουν το κατεστημένο εκείνοι που γεννήθηκαν, ανδρώθηκαν και τρέφονται από το κατεστημένο και το κουβαλάνε μέσα στο DNA τους.
Φανταστείτε μέσα σε τούτη την κατάντια να φτάναμε και στο σημείο να δούμε σ’ αυτές τις εκλογές κάποιον παραλή να θέλει να γίνει πρόεδρός μας και να μας κυβερνήσει, εξαγοράζοντας με τα λεφτά του ανθυποψήφιούς του για αποσυρθούν, πολιτικούς παράγοντες για να ταχθούν υπέρ του, ψηφοφόρους για να του πουλήσουν την ψήφο τους. Θα ήταν η απόλυτη παρακμή, ο πάτος των πάτων, η πιο ταιριαστή γαρνιτούρα στην ξεφτίλα μιας ξεφτιλισμνένης κοινωνίας, η απόλυτη επιβεβαίωση στα σημεία του Σύμπαντος ότι δεν έχουμε καμία απολύτως ελπίδα σωτηρίας σε τούτο τον τόπο. Ευτυχώς όμως, κανένας δεν έκανε κάτι τέτοιο. Ευτυχώς διότι, ακούγοντας τον κ. Λιλλήκα, προς στιγμήν ανησύχησα…