“Να αρχίσωμε να σκεπτώμεθα πως η μή λύση δεν είναι κακό” είπε σήμερα ο Αρχιεπίσκοπος, σε μια δήλωση που δεν μας εκπλήττει πια αφού, με την πάροδο του χρόνου, πολλοί από εκείνους που πλάσαραν τον “μακροχρόνιο αγώνα” και το “ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ” ως την ορθή πορεία προς τη λύση, άρχισαν να μας τα γυρίζουν. Να μας λένε περίπου ότι “δεν είναι κακό” να χαρίσουμε στην Τουρκία για πάντα την Κερύνεια, την Καρπασία, την Αμμόχωστο, τη Μόρφου και όλα τα κατεχόμενα χωριά μας, προκειμένου να μας αφήσει να έχουμε ένα καθαρά ελληνικό κράτος στο υπόλοιπο κομμάτι. Από το “ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ” δηλαδή στο “ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΚΟ ΝΑ ΞΕΧΝΩ”…
Πριν από λίγες μέρες ο αρχιεπίσκοπος έδωσε συνέντευξη σε ραδιόφωνο της Κρήτης για το Κυπριακό και για το φυσικό αέριο. Διότι, ως γνωστόν, ο Αρχιεπίσκοπος της Κύπρου ελάχιστα μιλά για τον Χριστό. Υιοθετώντας έναν αναχρονιστικό κι ανεπίτρεπτο παποκαισαρισμό, προτιμά να μιλά για πολιτικά και οικονομικά θέματα και να ανακατεύεται εκεί που ως αρχιεπίσκοπος, σύμφωνα με τη χριστιανική διδασκαλία, δεν έχει καμία θέση.
Στη συνέντευξή του εκείνη άδειασε κανονικά τον πρόεδρο Αναστασιάδη και ταυτίστηκε πλήρως με τις θέσεις του ούτω καλούμενου “ενδιάμεσου χώρου, λες και μιλούσε σαν βουλευτής του ΔΗΚΟ (εφόσον ο ίδιος έχει δηλώσει κατ’ επανάληψιν – αν είναι δυνατόν να δηλώνει κάτι τέτοιο όντας αρχιεπίσκοπος- ότι ψηφίζει ΔΗΚΟ).
Ο αρχιεπίσκοπος είναι ίσως από τους πιο ειλικρινείς διχοτομικούς σε τούτο τον τόπο, αφού και παλαιότερα είχε εκφράσει την προτίμησή του στη λύση των δύο κρατών, όπως εξάλλου και αρκετοί άλλοι, όπως ο καθηγητής Συρίγος – τις απόψεις του οποίου επικροτεί ο Νικόλας Παπαδόπουλος, εξού και προσκλήθηκε να μιλήσει στο μνημόσυνο του Τάσσου Παπαδόπουλου.
Ο Χρυσόστομος Β’ είναι ένας ειλικρινής διχοτομικός, σε αντίθεση με πολλούς άλλους που δεν τολμούν να πουν τη διχοτόμηση διχοτόμηση, αλλά την έχουν βαφτίσει με διάφορους όρους, όπως “αγώνας για την απελευθέρωση”, “μακροχρόνιος αγώνας”, “εθνική αξιοπρέπεια”, “νέα στρατηγική” κτλ κτλ. Αλλά πάμε πίσω στη σημερινή δήλωση του μακαριωτάτου, ο οποίος ζει με την μακαριωτάτη ψευδαίσθηση ότι “η μη λύση δεν είναι κακό”.
Λοιπόν η μη λύση όχι απλά είναι κακό, είναι το χειρότερο κακό, η μεγαλύτερη ήττα που μπορεί να υποστεί ο Ελληνισμός στην Κύπρο, έπειτα από δυόμισι χιλιάδες χρόνια ιστορίας σε τούτο το νησί. Είναι η πρώτη φορά που οι Έλληνες έχουν αποσυρθεί στο μισό νησί, έχουν φύγει από τα σπίτια και τις περιουσίες τους και νέες γενιές Ελληνοκυπρίων γενιούνται, μεγαλώνουν και κάνουν παιδιά, χωρίς να έχουν γνωρίσει ποτέ τη γη που γέννησε τους γονιούς τους.
Είναι το μεγαλύτερο όνειδος, το μεγαλύτερο αίσχος κι αυτό το αίσχος γίνεται ακόμη μεγαλύτερο, όταν ακούμε τον προκαθήμενο της Εκκλησίας να μας λέει να αποδεχτούμε αυτή την ήττα, διότι “δεν είναι κακό”. Ντροπή του!
Οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν ως ισοδύναμο της προδοσίας το να δώσουν γην και ύδωρ στον κατακτητή, για να τον εξευμενίσουν. Ο αρχιεπίσκοπος και άλλοι, με απόψεις ανάλογες με τις δικές του, μας λένε ευθέως ή εμμέσως και χωρίς καμία ντροπή, ότι το να ζήσουμε στο εφεξής με τον Τούρκο κατακτητή στη μισή μας πατρίδα “δεν είναι κακό”, διότι προφανώς νομίζουν ότι έτσι θα μας αφήσει ήσυχους στο κομμάτι που μας έμεινε. Πλανώνται πλάνην οικτράν!
Αν η διχοτόμηση μονιμοποιηθεί, αργά η γρήγορα θα νομιμοποιηθεί, είτε με την αναγνώριση του ψευδοκράτους ως ανεξάρτητης χώρας, αναγνωρισμένης από τον ΟΗΕ, είτε ως οικονομικής οντότητας με δικαίωμα ελεύθερου διεθνούς εμπορίου, όπως η Ταϊβάν. Μόλις συμβεί αυτό, η Τουρκία θα μετατρέψει την πλήρως ελεγχόμενη από αυτήν τουρκική Κύπρο σε ένα ισχυρό οικονομικά κράτος, ισχυρότερο από το δικό μας, με τη στήριξη μιας αγορά 90 εκατομμυρίων και, παράλληλα με τη βελτίωση των οικονομικών δεικτών, θα την εποικίσει σε βαθμό που εμείς οι Έλληνες να παραμείνουμε πάνω σε τούτο το νησί μειοψηφία. Διερωτώμαι τότε πώς και γιατί θα μπορεί το Κυπριακό να λυθεί καλύτερα για εμάς από ότι μπορεί να λυθεί σήμερα, στην τρέχουσα γεωπολιτική συγκυρία.
Όσοι πιστεύουν σε “γραφές” και “προφητείες”, μπορεί να πιστεύουν ότι η Τουρκία θα διαλυθεί και τότε εμείς θα μπορέσουμε να εξαναγκάσουμε τους Τουρκοκύπριους να δεχτούν να παραμείνουν μια απλή μειοψηφία χωρίς προνόμια κι έτσι να λύσουμε το Κυπριακό με μια καλύτερη λύση. Με τέτοια μυαλά χάσαμε την μισή Κύπρο και συνεχίζουν κάποιοι, αμετανόητα, να πιστεύουν αυτές τις ανοησίες μέχρι να την χάσουμε ολόκληρη.
Όταν λίγο πριν από την άλωση της Κωνσταντινούπολης ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έτρεχε να βρει στήριξη στη Δύση, για να αντιμετωπίσει τον πανίσχυρο τουρκικό στρατό του σουλτάνου Μωάμεθ Β’, επίσκοποι και παπάδες, καθώς και άλλοι εξίσου βολεμένοι, ξεσήκωναν τον λαό εναντίον του, διότι φοβόντουσαν ότι θα χάσουν τα κεκτημένα τους. Για να προστατεύσουν τα πρόσκαιρα συμφέροντά τους, δεν δίστασαν να χαρακτηρίσουν προδότη τον Παλαιολόγο. Ξεσήκωσαν το λαό εναντίον του, διασπείροντας παράλληλα δοξασίες και προφητείες ότι τάχα ήταν γραφτό, ήταν δηλαδή θέλημα Θεού, η Πόλη να πέσει στα χέρια του Μωάμεθ κι αναθεμάτισαν τον αυτοκράτορα, τοιχοκολλώντας μάλιστα στις πόρτες των σπιτιών την απόφαση της Εκκλησίας για τον αφορισμό του. “Κάλιο το τούρκικο φέσι παρά η παπική τιάρα” έλεγαν στον ευκολόπιστο λαό.
Τι έγινε στο τέλος; Ο Παλαιολόγος σκοτώθηκε σαν απλός στρατιώτης υπερασπίζοντας την πόλη, ενώ ο Γεννάδιος Σχολάριος, ο κληρικός που πολέμησε με λύσα τον Παλαιολόγο, διορίστηκε από τον Μωάμεθ Β’ πατριάρχης και του δόθηκαν τιμές και προνόμια, όπως το να θεωρείται γενάρχης των Χριστιανών…
Έτσι και σήμερα, έχουμε τον αρχιεπίσκοπο στην ουσία να λοιδορεί τον πολιτικό αρχηγό του κράτους, σε μια προσπάθειά του να προστατεύσει την καθυστηκιύα τάξη, που με λύσα προσπαθεί να διαφυλάξει τα σημερινά πρόσκαιρα και μάταια οικονομικά και πολιτικά κεκτημένα της, σε ένα διάτρητο από τις πληγές της διαφθοράς και της διαπλοκής πολιτικοοικονομικό σύστημα. Ένα σύστημα που επωάστηκε σαν μύκητας μέσα στις τρύπες ενός Συντάγματος που λειτουργεί με πολλά από τα θεμελιώδη άρθρα του ανενεργά, έπειτα από την τουρκοκυπριακή ανταρσία του 1964, με βάση το λεγόμενο “δίκαιο της ανάγκης”.
Αδιαφορώντας για τις καταστροφικές συνέπειες που η διχοτόμηση θα έχει πάνω στις τωρινές και μελλοντικές γενιές, με την πάροδο του χρόνου και πάντα στη λογική του ό,τι φάμε κι ό,τι πιούμε (για να μην γράψω και τη συνέχεια της παροιμίας). Δυστυχώς η ιστορία επαναλαμβάνεται.