Τη μέρα που πέθανε ο Μακάριος…

8:40 PM | |

“Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου. Η ώρα είναι έξι. Μεταδίδουμε έκτακτη είδηση. Ο λαός πενθεί από σήμερα την αυγή τον θάνατο του Προέδρου της Δημοκρατίας αρχιεπισκόπου Μακαρίου. Ο μακαριότατος απεβίωσε στις πέντε και δεκαπέντε το πρωί, από καρδιακό έμφραγμα”.

Θυμάμαι επί λέξη την είδηση, εκείνο το πρωί, στις 3 Αυγούστου 1977. Ήμουνα τότε 13 χρονών και κανονικά θα κοιμόμουνα, αλλά μας είχαν ξυπνήσει μισή ώρα νωρίτερα νεκρικές καμπάνες, πριν ακόμη φέξει η μέρα. Το μυαλό της μάνας μου πήγε αμέσως στον Μακάριο, που αντιμετώπιζε τα τελευταία δύο χρόνια σοβαρό πρόβλημα με την καρδιά του. Έπειτα τη θυμάμαι να βγαίνει από το σπίτι κλαίγοντας για να πει τα νέα στην εξίσου τρομαγμένη γειτόνισσα. Ο θάνατος του Μακαρίου, στα 64 του χρόνια, σκόρπισε πένθος κι ανασφάλεια στις πλατιές μάζες του λαού, κάτω από συνθήκες εξαιρετικά δύσκολες, μόλις τρία χρόνια μετά την τουρκική εισβολή, όταν χιλιάδες εκτοπισμένοι ζούσαν ακόμη μέσα στα αντίσκηνα. Ο αρχιεπίσκοπος ήταν για τους περισσότερους Κύπριους κάτι σαν πατέρας και πηγή ασφάλειας, καθώς διέθετε το άστρο και το κύρος μιας προσωπικότητας με παγκόσμια ακτινοβολία, από τις πιο γνωστές ιστορικές προσωπικότητες του 20ου αιώνα.

Η αλήθεια είναι ότι ο Μακάριος, σ’ ολόκληρο το δημόσιο βίο του, ήταν διχασμένος ανάμεσα στην πολιτική και στο ποιμενικό του σχήμα. Μετά την ανείπωτη τραγωδία του 1974 και παρά τις τεράστιες πιέσεις από την αριστερά, έδωσε “κλάδον ελαίας” σε όλους όσοι συνέδραμαν στην αποσταθεροποίηση στα χρόνια πριν από την εισβολή, με τη δράση της ΕΟΚΑ Β’ και άλλων ομάδων πριν από αυτήν, ακόμη κι σ’ εκείνους που συμμετείχαν στο πραξικόπημα εναντίον του. 

Δεν ξέρω αν επρόκειτο μόνο για πράξη μεγαλοψυχίας ή αν υπήρχαν και πολιτικοί λόγοι άλλοι, πέρα από την ανάγκη για εθνική ομοψυχία. Έτσι κι αλλιώς την αλήθεια για τα γεγονότα εκείνης της εποχής θα τη μάθουμε αν και όταν έρθουν κάποτε στο φως μαρτυρίες και τεκμήρια για το λεγόμενο “φάκελο της Κύπρου”, που εδώ και δεκαετίες παραμένουν απόρρητα και μη προσβάσιμα. Έχω διατυπώσει πολλές φορές την άποψη ότι το πραξικόπημα της ελληνικής χούντας στην Κύπρο έγινε για να λυθεί οριστικά το Κυπριακό με διχοτόμηση κι ήταν αυτό εις γνώσιν όλων των εμπλεκομένων. Ο “αόρατος δικτάτορας”, Δημήτριος Ιωαννίδης, προχώρησε σε ένα είδος συμφωνίας με στελέχη της CIA, να γίνει το πραξικόπημα και να ακολουθήσει περιορισμένης κλίμακας στρατιωτική επιχείρηση της Τουρκίας για κατάληψη συγκεκριμένου ποσοστού εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, στο οποίο να μεταφερθούν οι Τουρκοκύπριοι και μ’  αυτόν τον τρόπο, να διαχωριστούν γεωγραφικά οι δύο κοινότητες, ώστε να είναι ευκολότερο πια και το πολιτικό διαζύγιο. 

Είναι σαφές, από αξιόπιστες μαρτυρίες, ότι ο Μακάριος ήξερε για το πραξικόπημα. Αυτήκοοι μάρτυρες λένε ότι παρόλα αυτά δήλωνε πως δεν μπορούσε να πιστέψει ότι ελληνικό χέρι θα προχωρούσε σε μια τέτοια εθνική αποκοτιά. Οκτώ μέρες πριν από το πραξικόπημα ο Μακάριος έστειλε την περιβόητη επιστολή προς τον διορισμένο από την χούντα “πρόεδρο” της Ελλάδας στρατηγό Φαίδωνα Γκιζίκη, με την οποία κατάγγελε τις πράξεις των Ελλαδιτών αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς και καλούσε την ελληνική κυβέρνηση να τους ανακαλέσει άμεσα από την Κύπρο. Επρόκειτο για μια καταγγελτική, καταπελτική επιστολή, που ήταν βέβαιο ότι θα προκαλούσε την αντίδραση της χούντας.

Αν ο Μακάριος είχε σχέδιο αποτροπής του πραξικοπήματος, η επιστολή εκείνη, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή θα έκανε νόημα: Να προκαλέσει το πραξικόπημα και να το συντρίψει. Ο Μακάριος, ωστόσο, όχι μόνο δεν είχε σχέδιο αποτροπής ή αντιμετώπισης του πραξικοπήματος, αλλά και απέρριψε τα προληπτικά μέτρα που του εισηγήθηκε ο τότε πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Γλαύκος Κληρίδης, ανάμεσα στα οποία ήταν η πρόσληψη έκτακτων αστυνομικών οι οποίοι να οπλοφορούν διαρκώς, η αδιάλειπτη επιφυλακή μιας ενισχυμένης προεδρικής φρουράς, η περιφούρηση ουσιωδών υπηρεσιών, όπως η ΑΗΚ, η ΑΤΗΚ, το ΡΙΚ και το αεροδρόμιο, αλλά και η ενημέρωση των μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για τον κίνδυνο ενός επικείμενου πραξικοπήματος.

Το επίσημο αφήγημα λέει ότι το πρωί της 15ης Ιουλίου, ο Μακάριος κατέβηκε από την προεδρική κατοικία στο Τρόοδος και πήγε στο προεδρικό, όπου υποδέχτηκε μια ομάδα από Ελληνόπουλα της Αιγύπτου, την ώρα που άρχισε η επίθεση των αρμάτων εναντίον του κτιρίου. Τότε πείσθηκε, λέει, να βγει από την πίσω πόρτα (αφού το προεδρικό δεν ήταν περικυκλωμένο), να διαφύγει μέσω του Πεδιαίου ποταμού και να βγει στην οδό Προδρόμου στον Στρόβολο, όπου σταμάτησε ένα αυτοκίνητο για να τον μεταφέρει πρώτα στην Κλήρου κι έπειτα στην Παναγιά κι από εκεί μετά στην Πάφο, όπου και ηχογράφησε το ιστορικό του διάγγελμα ότι ήταν ζωντανός. Υπάρχει όμως από την άλλη κι ο ανεπιβεβαίωτος  ισχυρισμός ότι ο Μακάριος δεν κατέβηκε ποτέ στη Λευκωσία, απλά έστειλε εκεί το προεδρικό αυτοκίνητο κι ότι ο ίδιος πήγε κατευθείαν στην Πάφο, μόλις εκδηλώθηκε το (αναμενόμενο κι από τον ίδιο) πραξικόπημα.

Είναι όμως ιστορική πραγματικότητα ότι ο Μακάριος φυγαδεύτηκε στο Λονδίνο από τους Βρετανούς, μέσω των στρατιωτικών τους βάσεων στο Ακρωτήρι κι από τη Βρετανική πρωτεύουσα μετέβη λίγες ημέρες αργότερα στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών, στη Νέα Υόρκη, όπου έγινε δεκτός ως ο νόμιμος πρόεδρος της Κύπρου. Ήταν τότε που ο δικτάτορας Ιωαννίδης φέρεται να είπε ότι τον ξεγέλασαν οι Αμερικάνοι κι ακολούθησε η πτώση της χούντας και η παράδοση της εξουσίας στον (αυτοεξόριστο στο Παρίσι) Κωνσταντίνο Καραμανλή. Βεβαίως το σχέδιο του Ιωαννίδη έπεσε έξω και σε ό,τι αφορά την έκταση και την ένταση της τουρκικής εισβολής, αφού ο τουρκικός στρατός κατέλαβε πολύ μεγαλύτερο έδαφος, σκορπώντας στο διάβα του βία, θανατικό και ξεριζωμό των Ελληνοκυπρίων από τις πατρογονικές τους εστίες. 

Όταν ο Μακάριος ανέβαινε στο βήμα για να μιλήσει ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας, τα τουρκικά πολεμικά πλοία βρίσκονταν έξω από την Κερύνεια και περίμεναν το σήμα για απόβαση. Τα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία έδειχναν εικόνες. Ο Μακάριος το ήξερε. Παρόλα αυτά, στην ομιλία του κατάγγελε την Ελλάδα για εισβολή στην Κύπρο, επεσήμανε ότι το θέμα δεν αφορά μόνο τους Ελληνοκύπριους αλλά και τους Τουρκοκύπριους, οι οποίοι επίσης υποφέρουν από τις συνέπειες της ελληνικής εισβολής και κάλεσε το Συμβούλιο Ασφαλείας να χρησιμοποιήσει όλους τους τρόπους και τα μέσα, που έχει στη διάθεσή του, ούτως ώστε η συνταγματική τάξη στην Κύπρο και τα δημοκρατικά δικαιώματα του λαού της Κύπρου να αποκατασταθούν χωρίς καθυστέρηση. Χωρίς καμία περαιτέρω καθυστέρηση ξεκίνησε λίγη ώρα αργότερα και η τουρκική εισβολή, με το πρόσχημα της προστασίας των Τουρκοκυπρίων.  Την ομιλία εκείνη επικαλούνται από τότε οι Τούρκοι και άλλοι, κάθε φορά που η Κύπρος καταγγέλλει την παρανομία της τουρκικής εισβολής. 

Επιστρέφοντας στην Κύπρο το Νοέμβριο του 1974 ο Μακάριος βρέθηκε μπροστά σε μια απίστευτη εθνική τραγωδία, το μέγεθος της οποίας δεν είχε συνειδητοποιήσει ενόσω βρισκόταν στο εξωτερικό. Έδωσε παρόλα αυτά “κλάδον ελαίας” σε όσους ευθύνονταν, παράλληλα με την απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης της μεταπολίτευσης να κλειδώσει ως απόρρητα όλα τα στοιχεία του λεγόμενου “Φακέλου της Κύπρου”.

Ο Μακάριος, έγινε αρχιεπίσκοπος και εθνάρχης των Ελληνοκυπρίων το 1950, όταν πέθανε ο Μακάριος Β’. Λέγεται ότι ενδιαφερόμενος για το θρόνο ήταν και ο μητροπολίτης Κυρηνείας Κυπριανός, ο οποίος όμως βρισκόταν τότε σε περιοδεία για να παραδώσει τους τόμους του Ενωτικού Δημοψηφίσματος, στην Αθήνα, στο Λονδίνο και στον ΟΗΕ κι έτσι εκλέχτηκε παμψηφεί και χωρίς ανθυποψήφιο ο Μακάριος που βρισκόνταν στην Κύπρο. Ως ιερωμένος και εντελώς άπειρος πολιτικά ο Μακάριος Γ’ διέπραξε σοβαρά λάθη, που είχαν εξίσου σοβαρές συνέπειες στην εξέλιξη του εθνικού μας ζητήματος και στην ίδια την μοίρα του κυπριακού λαού.

Πολλοί του καταλογίζουν ως μέγιστο λάθος την προσπάθεια αλλαγής των 13 σημείων του Συντάγματος, το 1963, χωρίς να διαβουλευθεί προηγουμένως με την Ελλάδα και χωρίς να έχει απάντηση στην αναμενόμενη αντίδραση των Τουρκοκυπρίων και της Τουρκίας. Προσωπική μου άποψη είναι ότι διέπραξε άλλα δύο ολέθρια λάθη:  

Το ένα ήταν το 1956, στη διάρκεια του αγώνα της ΕΟΚΑ,  όταν έφτασε σε συμφωνία με τον Βρετανό κυβερνήτη της Κύπρου Χάρτινγκ, για λύση αυτοκυβέρνησης στο Κυπριακό, αλλά όταν ήρθε στην Κύπρο ο Υπουργός Αποικιών της Μ. Βρετανίας για τις υπογραφές, ο Μακάριος θέλησε να διαπραγματευθεί περαιτέρω. Το προηγούμενο βράδυ 16 εκρήξεις βομβών συγκλόνισαν την Λευκωσία. Την άλλη μέρα το πρωί ο Βρετανός επίσημος έφυγε ευχόμενος στο Μακάριο και το λαό του καλή τύχη. Ο αγώνας της ΕΟΚΑ συνεχίστηκε για άλλα 4 χρόνια και κατέληξε στις συμφωνίες Ζυρίχης Λονδίνου για ανεξαρτησία, με κράτος συνεταιρικό Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, αντί για την Ένωση με την Ελλάδα που ήταν ο εθνικός πόθος. 

Το άλλο, ήταν τον Νοέμβριο του 1973 (8 μήνες πριν την εισβολή) όταν όταν οι Κληρίδης (συνομιλητής) και Ντενκτάς (ηγέτης των Τουρκοκυπρίων) έφτασαν σε συμφωνία, με την οποία οι Τουρκοκύπριοι αποδέχονταν τις 12 από τις 13 αλλαγές που ο Μακάριος ήθελε να επιφέρει στο Σύνταγμα (επέμεναν μόνο να διατηρηθεί το σημείο που αφορούσε τους χωριστούς δήμους).  Ο πρόεδρος έδειξε και πάλι απροθυμία να αποδεχτεί τη συμφωνία και μάλιστα, σε μια συγκέντρωση στη Γιαλούσα, μίλησε ξανά για Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, με αποτέλεσμα η τουρκοκυπριακή πλευρά να υπαναχωρήσει…

Η Κύπρος, μετά τον Μακάριο, έπαψε να είναι η ίδια. Χειραφετήθηκε και σιγά σιγά οι δημοκρατικές διαδικασίες, που βρίσκονταν σε ένα συνεσταλμένο, νηπιακό στάδιο επί Μακαρίου, άρχισαν να αναπτύσσονται κι η πολιτική ζωή να λειτουργεί σε μια άλλη βάση, υπό την κηδεμονία πλέον των κομμάτων, ή μάλλον υπό την ασυδοσία των κομμάτων, που μετέτρεψαν την αναξιοκρατία και τη ρουσφετολογία σε τρόπο άσκησης πολιτικής και εξουσίας, υπονομεύοντας τους θεσμούς και την εύνομη λειτουργία του κράτους. Ο Μακάριος παραμένει το σύμβολο μιας ταραγμένης εποχής αφού στα 27 χρόνια που ηγήθηκε του λαού ως εθνάρχης αρχικά κι ως πρόεδρος αργότερα, η Κύπρος έζησε τον αντιαποικιακό αγώνα της ΕΟΚΑ, την τουρκοκυπριακή ανταρσία και τις διακοινοτικές συγκρούσεις της δεκαετίας του 1960, την παράνομη δράση της ΕΟΚΑ Β’ και την απάντηση από πλευράς παραστρατιωτικών φιλοκυβερνητικών ομάδων στις αρχές της δεκαετίας του 1970, το χουντικό πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή το 1974. 

Όποτε πάντως θυμάμαι την παιδική μου ηλικία, ο Μακάριος είναι εκεί. Μια προσωπικότητα της οποίας η εμβέλεια ξεπερνούσε κατά πολύ τα στενά όρια αυτού του νησιού κι ήταν αυτό που λέγαμε τότε ότι η Κύπρος έγινε παγκόσμια γνωστή με το όνομα του ηγέτη της. Ο ίδιος ο Μακάριος πάντως είχε πλήρη επίγνωση της γοητείας του όμως η γοητεία του δεν ήταν αρκετή για να προστατεύσει το νησί από τον κυνισμό της ρεαλπολιτίκ, με την οποία λειτουργεί η πολιτική σκέψη στις διεθνείς σχέσεις και κυρίως σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση διαφορών και διενέξεων. Η Κύπρος, επί των ημερών του Μακαρίου, βρέθηκε πολλές φορές στη μέση του πελάγους, να ξορκίζει μάταια και χωρίς σωσίβια τον τυφώνα. Παρά τις δάφνες και τα εγκώμια που συνοδεύουν τη μνήμη του, στα μνημόσυνα και στις επίσημες αναφορές αυτού του κράτους, η οριστική υστεροφημία του Μακαρίου εκκρεμεί, καθώς ο ιστορικός του μέλλοντος χρειάζεται απαραιτήτως πρόσβαση σε τεκμήρια που παραμένουν ακόμη απόρρητα, πριν δώσει την τελική του ετυμηγορία. 

 

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *